Τα χριστούγεννα ανεβάσαμε στο νηπιαγωγείο μας τον Εγωιστή Γίγαντα του Όσκαρ Ουάιλντ.
Ακολούθως θα ανεβάσω το σενάριο που έγραψα διασκευάζοντας το παραμύθι, αλλά και τους στίχους που έγραψα για τα τραγούδια της παράστασης, για όποιον συνάδελφο θα το ήθελε.
Η δομή της παράστασης είναι η ακόλουθη:
Το διασκευασμένο σενάριο είναι το ακόλουθο:
Ακολούθως θα ανεβάσω το σενάριο που έγραψα διασκευάζοντας το παραμύθι, αλλά και τους στίχους που έγραψα για τα τραγούδια της παράστασης, για όποιον συνάδελφο θα το ήθελε.
Η δομή της παράστασης είναι η ακόλουθη:
Μουσικη
– αρχή του παραμυθιού
Ξεκινάμε με
σβηστά φώτα και το μισό τραγούδι
[εγωιστής γίγαντας]
Ενώ τραγουδούν
τα παιδιά, κάποια από αυτά παίζουν θέατρο
σκιών με τις φιγούρες που έφτιαξαν τα
ίδια, δραματοποιώντας την ιστορία του
έργου.
Αφήγηση - παιδιά
Τα παιδιά σε 4
ομάδες παίζουν ενδεικτικά 4 παιχνίδια
Αφήγηση - γίγαντας
Χο, χο χο χο
Αφήγηση για
τοίχο – πινακίδα – γράψιμο πινακίδας
Τραγούδι
για Τοίχο
Αφήγηση για
χειμώνα - μουσικη
Τραγούδι
Πετρα Βουβή
Αφήγηση για
παιδάκι μέχρι το τέλος
Τραγούδι
υπόλοιπο [εγωιστής γίγαντας]
Παρουσίαση
παιδιών - μουσικη
Το διασκευασμένο σενάριο είναι το ακόλουθο:
Αρχή – τραγούδι
Μια
φορά κι έναν καιρό ήταν ένας απέραντος,
παραμυθένιος κήπος. Τα πιο όμορφα
λουλούδια άνθιζαν πάνω στο απαλό χορτάρι
του. Ευαίσθητα κυκλάμινα φύτρωναν πλάι
στις άγριες τριανταφυλλιές. Ένας μεγάλος
πλάτανος έριχνε τη βαθιά σκιά του πάνω
στα μικρά χαμομήλια.
Οι
λεμονιές και οι πορτοκαλιές ευώδιαζαν
τον τόπο. Κι όλα του κόσμου τα πουλιά
κάθονταν να ξεκουραστούν στα κλαδιά
των δέντρων του κήπου.
Στη
μέση του κήπου υπήρχε ένας πύργος,
πελώριος και επιβλητικός. Ένας μεγάλος
κισσός είχε σκαρφαλώσει στις πέτρες
του πύργου, που έμοιαζε να είναι φτιαγμένος
από φύλλα.
Ήταν ο πύργος του γίγαντα. Όλοι έτσι τον
έλεγαν, αλλά τον γίγαντα δεν τον είχε
δει ποτέ κανένας. Έτσι τα παιδιά της
γειτονιάς ήταν πολύ ευτυχισμένα που
είχαν έναν κήπο να παίζουν.
Παιχνίδια
Κάποια
μέρα έγινε το κακό. Ο γίγαντας που έλειπε
για χρόνια, αποφάσισε να γυρίσει στον
πύργο του.
Όταν
έφτασε στον κήπο, είδε τα παιδιά να
παίζουν ανέμελα. Μα πώς τολμούσαν; Με
ποιο δικαίωμα έπαιζαν στον δικό του τον
κήπο;
“Τι
κάνετε στον κήπο ΜΟΥ! φώναξε με άγρια
φωνή ο γίγαντας. “Ο κήπος αυτός είναι
ΔΙΚΟΣ ΜΟΥ! Ακούτε; ΔΙΚΟΣ ΜΟΥ! Έξω όλοι!”
Τα παιδιά τρομαγμένα έτρεξαν με όση
δύναμη είχαν και βγήκαν έξω από τον
κήπο.
Χο χο χο χο
Μόλις
έφυγαν τα παιδιά ο γίγαντας άρχισε να
χτίζει έναν τοίχο γύρω από τον κήπο.
Ήταν ένας ψηλός και χοντρός τοίχος.
Μετά πήρε ένα μεγάλο ξύλο το κάρφωσε
στον τοίχο και έγραψε: “Ιδιοκτησία του
Γίγαντα - Απαγορεύεται η είσοδος”.
Τα παιδιά
δεν προσπάθησαν να σκαρφαλώσουν στον
τοίχο. Είχαν φοβηθεί τόσο πολύ από τη
φωνή και την όψη του γίγαντα, που δεν
τολμούσαν ούτε να το σκεφτούν.
Τα
παιδιά δεν είχαν πια χώρο για να παίξουν.
Στριμωγμένα στα τσιμέντα των πεζοδρομίων,
ονειρεύονταν τον κήπο. Αλλά το όνειρο
γινόταν εφιάλτης όταν έβλεπαν τον τοίχο.
Τραγούδι
– τοιχος – αδελφες τατα
Ο καιρός
πέρασε, ήρθε ο χειμώνας στην πόλη. Βροχές,
κρύο, παγωνιά. Με τέτοιον καιρό δεν
μπορούσαν να παίξουν τα παιδιά. Κλείστηκαν
στα σπίτια τους και διάβαζαν παραμύθια.
Ο
χειμώνας πέρασε και από τον κήπο του
γίγαντα: “Καλά είναι εδώ” είπε. “Δεν
με ενοχλεί κανένας. Λέω να μείνω για
πάντα.” Έτσι κι έγινε.
Και
όπως γίνεται πάντα, ο χειμώνας πέρασε
και ήρθε η άνοιξη. Τα χιόνια έλιωσαν.
Στο χώμα φύτρωσαν χορταράκια. Τα δέντρα
ανθίσαν. Τα πουλιά γύρισαν από το ταξίδι
τους και άρχισαν να κελαηδούν.
Παντού
ήρθε η άνοιξη, εκτός από τον κήπο του
γίγαντα. Τα πουλιά δεν ήθελαν να
κελαηδήσουν στον κήπο του, ούτε τα
λουλούδια να ανθίσουν. Μόνο ο χειμώνας
χαιρόταν εκεί.
Μουσική
αέρα – φώτα σβηστά -
μπλε
Ο χειμώνας
φώναξε τους φίλους του, την παγωνιά, την
καταιγίδα και το χαλάζι. “Ωραία είναι
εδώ” ειπαν και κάθισαν και αυτοί στον
κήπο.
Η παγωνιά
έκαψε τον μεγάλο κισσό. Ο πύργος έμεινε
γυμνός και πέτρινος, όπως την ημέρα που
τον έχτισαν. Η καταιγίδα ξερίζωσε το
τελευταίο χορτάρι. Το χαλάζι έσπασε τα
παράθυρα του πύργου.
Τους
άκουσε ο βοριάς και ήρθε φοβερός και
τρομερός στον κήπο. Φύσηξε αγριεμένος
και σήκωσε τα κεραμίδια του πύργου. Κι
αφού τα στριφογύρισε στον ουρανό, τα
έριξε απότομα κάτω και τα έσπασε.
“Μα γιατί δεν έρχεται η άνοιξη;”
αναρωτήθηκε ο γίγαντας. “Η στέγη στάζει
και το τζάκι δεν μπορεί να με ζεστάνει.
Ούτε μια φωνή, ούτε ένα πουλί δεν
ακούγεται. Έστω μια μέλισσα! Πώς να
αντέξω τόση μοναξιά; Ο πύργος έγινε
φυλακή.”
Πέτρα βουβή
Από την
άλλη πλευρά του τοίχου έπαιζαν, όσο
μπορούσαν, τα παιδιά. Ένα μικρό αγοράκι
καθόταν μόνο του στην άκρη. Μόλις είχε
έρθει στην πόλη και τα άλλα παιδιά δεν
το έπαιζαν.
Έτσι το
αγόρι βρήκε ένα δικό του παιχνίδι. Έσκαβε
τον τοίχο του γίγαντα. Έσκαβε, έσκαβε,
ώσπου άνοιξε μια χαραμάδα. Μια μικρή
χαραμάδα, που χωρούσε μόνο αυτό να
περάσει. Και πέρασε. Ένα μικρό αηδόνι
πέταξε πάνω από το αγόρι και στάθηκε
στο κλαδί ενός δέντρου.
Ο γίγαντας
άκουσε το αηδόνι. “Τι όμορφη μελωδία!”
είπε και βγήκε στον κήπο. Κι εκεί είδε
το παιδί. Το παιδί κοίταξε τον γίγαντα.
Ο Γίγαντας κοίταξε το παιδί. Τα άλλα
παιδιά κοίταζαν με τρόμο από τη χαραμάδα.
Το παιδί χαμογέλασε με αγάπη.
Ο
Γίγαντας πλησίασε το παιδί, άπλωσε το
τεράστιο χέρι του και ... ανέβασε το παιδί
στο δέντρο. Αμέσως το χιόνι έλιωσε και
το δέντρο γέμισε φύλλα και λουλούδια.
Τα παιδιά δεν πίστευαν στα μάτια τους.
Αυτό
ήτανε. Το χαμόγελο του παιδιού γιάτρεψε
τη μοναξιά του γίγαντα. “Πόσο εγωιστής
ήμουνα.” είπε ο γίγαντας μετανιωμένος.
Ελάτε παιδιά, βάλτε ένα χεράκι να
γκρεμίσουμε τον τοίχο. Κι έτσι όλοι μαζί
γκρέμισαν τον τοίχο.
Εδώ τελειώνει
ο μύθος μας, δεν ξέρω αν είναι αλήθεια
ζήσανε όλοι τους
καλά που λεν τα παραμύθια
κι έμεινα μόνος
να γυρνώ στου κόσμου την αρένα
τα τείχη που
χωρίζουνε, να ρίχνω ένα ένα
Τα τραγούδια της παράστασης ήταν τα ακόλουθα:
Χο χο χο χο
(τα τραγουδάμε σαν λάκτισμα, στίχοι Μάγδα Παπαδάκη)
Χο χο χο χο
τι κάνετε εδώ
στον δικό μου
τον κήπο
στην ιδιοκτησία
μου
χο χο χο χο χο
χο
πώς τολμάτε και
παίζετε εδώ
όλα τούτα τα έχω
εγώ
είναι ιδιοκτησία
μου
Τα τείχη
[Αδελφές Τατα]
(Μουσική: Μάνος Χατζιδάκης, στίχοι για την παράσταση: Μάγδα Παπαδάκη)
Τα τείχη τα ψηλά
κανενας δεν περνά
είπε ο γί, είπε
ο γίγαντας παιδιά
Στον κήπο
απαγορεύεται
να παίζετε να
τρέχετε
να γελάτε δυ
δυνατά δυνατά
τα τείχη τα ψηλά
κανενας δεν περνά
είπε ο γίγαντας
παιδιά
Τα τείχη τα ψηλά
δεν είναι αληθινά
είναι μό είναι
μόνο στα μυαλά
Οι φόβοι μας τα
χτίζουνε
οι πόθοι τα
γκρεμίζουνε
είναι όλα δυ,
δυνατά δυνατά
τα τείχη τα ψηλά
δεν είναι αληθινά
είναι μόνο στα
μυαλά
Ο Εγωιστής
Γίγαντας [Η Παναγία των
Πατησίων]
(Μουσική: Μάνος Χατζιδάκης, στίχοι για την παράσταση: Μάγδα Παπαδάκη)
Μια μέρα
ανοιξιάτικη που άνθιζαν τα λουλούδια
/ανθίζουν
σε κήπο παίζαν
τα παιδιά με γέλια και τραγούδια
χορεύαν γύρω
τους πουλιά αηδόνια κελαηδούσαν
και πεταλούδες
όμορφες στα χέρια τους πετούσαν
Μά
έρχεται ο γίγαντας που 'λειπε τόσα χρόνια
τρέχουν και
φεύγουν τα παιδιά, τρέμουν τα χελιδόνια
και γράφει μια
επιγραφή στον τοίχο την καρφώνει
θα τιμωρήσω
όποιον δω στον κήπο να τρυπώνει
Χειμώνας μπαίνει
απότομα κι απλώνει τα φτερά του
κάθεται πάνω
στο φυτό και καίει τα λούλουδά του
ο άνεμος λυσσομανά,
αγριεύει και βροντάει
κι η καταιγίδα
γίνεται ποτάμι που κυλάει
Μα ο γίγαντας
είναι τυφλός απ' τον εγωισμό του
ψάχνει να βρει
τους αίτιους έξω απ' τον εαυτό του
δεν θέλει να
παραδεχθεί πως όσα και να έχει
η μοναξιά ειναι
βάσανο, κανένας δεν αντέχει
Πέρασε γρήγορα
ο καιρός οι μέρες κι οι βδομάδες
κι ένα παιδί που
το 'χανε έξω απ' τις ομάδες
φτιάχνει στο
τοίχο μια ρωγμή, βουτάει στο άσπρο χιόνι
και μπαίνει μες
του γίγαντα το παγωμένο αλώνι
Φύγε μοναχοπούλι
μου ποιος τώρα θα σε σώσει
άμα σε πιάσει ο
γίγαντας στα χέρια θα σε λιώσει
Η γης τραντάχτηκε
με μιας βρόντησε από άκρη σε άκρη
μα το παιδάκι
ατάραχο του γέλασε με αγάπη
Μπήκανε τότε τα
παιδιά στον έρημο τον κήπο
κι όλοι μαζί
γκρεμίσανε του γίγαντα τον τοίχο
Η πινακίδα έγραφε
'ο κήπος των θαυμάτων'
των ξένων, των
ανήμπορων κι όλων των αδυνάτων
Εδώ τελειώνει
ο μύθος μας, δεν ξέρω αν είναι αλήθεια
ζήσανε όλοι τους
καλά που λεν τα παραμύθια
κι έμεινα μόνος
να γυρνώ στου κόσμου την αρένα
τα τείχη που
χωρίζουνε, να ρίχνω ένα ένα
Πέτρα βουβή
https://www.youtube.com/watch?v=YEIVtSDraN8
(Στίχοι: Γιώργος Σταυρακάκης, Μουσική: Βασίλης Ξυλούρης, Ερμηνεία: Ψαραντώνης)
Πέτρα βουβή στο βορεινό
πως νταγιαντίζεις πε μου
το ξεροβόρι του χιονιά, την όργητα τ’ ανέμου.
Κι οι πέτρες δεν την έχουνε την τόση αμοναξά μου
γιατί είδα μια κι είχε αγκαλιά τη ρίζα τ’ ασφεντάμου.
το ξεροβόρι του χιονιά, την όργητα τ’ ανέμου.
Κι οι πέτρες δεν την έχουνε την τόση αμοναξά μου
γιατί είδα μια κι είχε αγκαλιά τη ρίζα τ’ ασφεντάμου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου